Στήρα

Η στήρα (επιστημονική ονομασία Epinephelus costae) είναι ψάρι της οικογένειας των Σερρανίδων. Ζει σε βαθειά νερά σε φυκιάδες, αλλά και σε βράχους. Οι στήρες που είναι σε μικρό μέγεθος, μπορούν να ανέβουν στην επιφάνεια σε μικρές ομάδες. Οι μεγάλες σε μέγεθος στήρες είναι μοναχικές και καθεμία ζει στη φωλιά της, είτε σε τρύπες είτε σε φωλιές.
Είναι παρόμοιο με τα είδη του βλάχου, του ροφού, της πιγγας και της σφυρίδας. Το μήκος του φτάνει μέχρι και τα 140 εκατοστά και βάρος τα 40 κιλα. Η ράχη του έχει καστανή και σκούρα απόχρωση(περίπου μαύρη). Έχει σχεδόν ίδια μορφή στις περισσότερο γέρικες, ενώ στις νεαρότερες έχει και 5-6 σκούρες παράλληλες γραμμές, οι οποίες ξεθωριάζουν όταν το ψάρι μεγαλώσει, αλλά παραμένουν ευδιάκριτες. Επίσης τα ενήλικα έχουν και χρυσή κηλίδα πίσω και πάνω από το βραγχιακό κάλυμμα.  Σε αντίθεση με το ροφό, δεν έχει κυνόδοντες και το κάτω σαγόνι της εξέχει αρκετά.


ΠΑΡΑΓΑΔΙ - Με Ψιλό και Χοντρό μαζί.

Του Νίκου Χαλκίδη T.174

ΠΑΡΑΓΑΔΙ - Με Ψιλό και Χοντρό μαζί.

Οι φθινοπωρινοί μήνες είναι οι καταλληλότεροι για όλες τις παραλλαγές του ψαρέματος με το παραγάδι. Οι φιλικές συνθήκες είναι καλές για τους ψαράδες αλλά και για τα περισσότερα είδη ψαριών που την περίοδο αυτή είναι πιο δραστήρια, ορεξάτα και συνεπώς ευάλωτα σε όλες σχεδόν τις αλιευτικές τεχνικές.

Ειδικά όμως για την τεχνική του παραγαδιού όλα γίνονται βολικά και συχνά χωρίς υπερβολή ιδανικά. Οι μέρες ισομοιράζονται σε διάρκεια με τις νύχτες οπότε έχουμε αρκετό χρόνο για προετοιμασία αλλά και για το ψάρεμα των εργαλείων μας. Τα ψάρια επίσης, αρχίζουν να δημιουργούν απόθεμα ενέργειας, για το επερχόμενο κρύο διάστημα ενώ κάποια είδη και για την αναπαραγωγή τους, οπότε δραστηριοποιούνται και τρώνε τα δολώματα μας. Αυτά είναι άφθονα καθώς από τα μέσα της εποχής εναλλάσσονται (γρι-γρι σε τράτες ) τα επαγγελματικά εργαλεία που τα παρέχουν αλλά και χταπόδια, αλιδόνες, μοσχιοί κτλ κάνουν την εμφάνιση τους στη κολπάδα μας και στους πάγκους των ψαράδων.

Ενώ στα ρηχά, ακόμα και με τη μάσκα τα νερά επιτρέπουν βουτιά για την συγκομιδή θαλασσινών όπως ολοθούρια, πεταλίδες, πάγουρους, πορφύρες και άλλα όστρακα για δόλωμα. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα της εποχής είναι βέβαια, οι ήπιες καιρικές συνθήκες που χωρίς υπέρμετρη ζέστη ή κρύο κάνουν το ψάρεμα μας, πιο ευχάριστο. Οι ερασιτέχνες που ασχολούνται με παραγάδι εστιάζουν στο ψιλό όμως η πλειοψηφία τους θαυμάζει και προσδοκά τα εντυπωσιακά ψάρια του χοντρού. Η δοκιμασμένη πρόταση μας είναι ότι αυτή την εποχή είναι η πλέον κατάλληλη περίοδος να δοκιμάσει κάποιος με χοντρό παραγάδι. Όμως τώρα λόγω συνθηκών δε θα ρισκάρει την όποια ψαριά του, που ωστόσο σχεδόν πάντα είναι επαρκής για το τραπέζι του και του την παρέχει το ψιλό παραγάδι. Όσοι βρουν το χρόνο και έχουν την διάθεση ν ’απλώσουν ένα ψιλό παραγάδι, άνετα με μικρή διαχείριση των σχεδίων τους, μπορούν να ελπίζουν για κάτι μεγαλύτερο με το χονδρό και μάλιστα στην ίδια εξόρμηση.

Η Στρατηγική

Θα αναφέρουμε δύο αποτελεσματικές και πρακτικές προτάσεις, δράσης. Καταρχάς στην πρώτη θα καλάρουμε στην αποδοτική ώρα το χοντρό, δηλαδή, μία ώρα πριν τη δύση του ηλίου. Ακόμα και εάν για κάποιο λόγο καθυστερήσουμε ή κάποιο γεγονός, μας βγάλει εκτός προγράμματος, γνωρίζουμε ότι μόλις ο ήλιος κρυφτεί υπάρχει περιθώριο ακόμα, μισής ώρας, μέχρι να επέλθει η νύχτα. Ολόκληρο λοιπόν, το συγκεκριμένο, χρονικό διάστημα, είναι κατάλληλο για να καλάρουμε, το χοντρό μας παραγάδι. Όσοι δεν είναι έμπειροι αλλά και αυτοί που το αγνοούν, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι οι παχύτερες νάιλον είναι πολύ ευκολότερες στο χειρισμό από ότι οι ψιλές, ειδικά στο ρίξιμο. Υπολογίζουμε λοιπόν τον αριθμό των αγκιστριών που θα καλάρουμε και που σίγουρα δεν θα ξεπερνούν τα 150 οπότε, σε κάθε περίπτωση λογικά, δε χρειαστούμε παραπάνω από μία ώρα για το ρίξιμο-καλάρισμα του.

Αναφέρω κάθε περίπτωση διότι εφόσον είναι πρακτικά πιο εύκολο απ΄το ψιλό, κάποιοι μπορούν, να μην το έχουν δολώσει ολόκληρο και να έχουν αφήσει ορισμένα αγκίστρια στο τέλος του, για να τα δολώσουν στο καλάρισμα. Έτσι με αυτή τους την ενέργεια θα αποκτήσουν ως εκπαιδευτική άσκηση, σταδιακά και κάποια εμπειρία από προχωρημένη τακτική της τεχνικής. Εφόδιο δηλαδή ψαροσύνης σε περίπτωση που αποφασίσουν εκ του αποτελέσματος να την γνωρίσουν επισταμένα και να την υιοθετήσουν. Αμέσως μετά το σούρουπο αλλά και λίγο αργότερα, ως περιθώριο, επιστρέφουμε ρηχότερα για να καλάρουμε στα κατάλληλα ψαροτόπια, το ψιλό παραγάδι μας που εννοείται πως είναι ήδη δολωμένο.

Πλέον αφού τελειώσουμε και με αυτό, χαλαρώνουμε ώστε ν’ ανασυνταχτούμε και να ανακτήσουμε δυνάμεις, σε κάποιο φιλόξενο κολπάκι ή λιμανάκι. Οι στιγμές αυτές της αναμονής, στην αγκαλιά της θάλασσας, ειδικά με επιλεγμένη εκ των πραγμάτων, παρέας, ήδη μας αποζημιώνουν, εσώψυχα, για τον κόπο μας. Από προσωπική πείρα θα αναφέρω ότι θα τις αποζητάτε, εν καιρό, ως σημαντικές και μάλλον εθιστικές, σχεδόν όσο τη συγκίνηση που προκαλεί μια καλή ψαριά. Στο ψάρεμα μας το ψιλό σε αυτή την περίπτωση μένει στο νερό από τρία τέταρτα έως λίγο παραπάνω από μία ώρα, το μέγιστο. Έτσι ξεκινάμε να λεβάρουμε πρώτα αυτό. Το χοντρό σε τέτοιο ψάρεμα, επιδέχεται χωρίς συνέπειες, εκτεταμένα, χρονικά περιθώρια αναμονής, από 2,5 έως και παραπάνω από 4 ώρες μέχρι να έρθει η σειρά του.

ΣΧΕΔΙΟ Β

Στην εναλλακτική, στο δεύτερο σχέδιο, το καλάρισμα ξεκινά με το ψιλό παραγάδι δύο έως και μία ώρα πριν το χάραμα και ακολούθως συνεχίζουμε με το χοντρό. Η επερχόμενη έλευση του ημερήσιου φωτός μας δίνει σίγουρα αυτοπεποίθηση και παρέχει άνεση κινήσεων εάν καθυστερήσουμε στο άπλωμα -ρίξιμο του χοντρού. Πάντως μισή ώρα πριν το χάραμα και μισή έως μία ώρα μετά, είναι μακράν, οι καλύτερες, χρονικά, περίοδοι για να καλάρουμε, το χοντροπαράγαδο. Σε αυτή τη περίπτωση μόλις καλάρουμε το χοντρό σηκώνουμε όσο πιο άμεσα μπορούμε το ψιλό που είναι ευαίσθητο τόσο σαν εργαλείο, όσο και τα ψάρια του. Μόνο όταν τελειώσουμε το λεβάρισμα του, μπορούμε να χαλαρώσουμε χωρίς συνέπειες, καθώς έτσι μπορούμε να αποκομίσουμε και μερικά μικρόψαρα του ως ζωντανό, για συρτή. Πλέον τίποτα δε μας βιάζει, για μερικές ώρες, εφόσον δεν έχουμε σφικτό χρονικό πλάνο και φυσικά η καιρική πρόβλεψη της νέας μέρας το επιτρέπει.

Το χοντρό άλλωστε σαν κατασκευή αντέχει όπως και τα δολώματα αλλά και τα τυχόν πιασμένα ψάρια του. Γι αυτό το λόγο, ταιριάζουμε πολύ καλύτερα, για ψάρεμα σωστό με αξιώσεις, το ψιλό, με το ανθεκτικό σε κάθε περίπτωση χοντρό παραγάδι και όχι με κάποια ενδιάμεση παραλλαγή πχ μέτζο. Το κατάλληλο χοντρό παραγάδι μας είναι κλασσική κατασκευή με αγκίστρια Νο 9, μάνα Νο 0,90 -100 mm και παράμαλλα Νο 0,70 mm. Οι αποστάσεις μεταξύ τους ανά 5- 6 οργιές βοηθούν να καλύψουμε εκτεταμένο ψαρότοπο, αλλά κυρίως να απλώσουμε γρήγορα και με ασφάλεια, ακόμη και για όσα αγκίστρια, δοκιμάσουμε να τα δολώσουμε καθώς καλάρουμε. Το πρωινό φως βοηθάει. Επίσης τη μέρα μπορούμε ευκολότερα να μοιράσουμε το παραγάδι μας και σε διαφορετικούς ψαρότοπους καθώς εκμηδενίζεται ο κίνδυνος, να το χάσουμε από λάθος υπολογισμό ή τυχόν κακόβουλη ενέργεια. Τα παραγάδια στα «άγρια χαράματα» αφορούν αποφασισμένους ψαράδες όμως έχουν πλεονεκτήματα.

Καταρχάς μετά το λεβάρισμα του ψιλού και μέχρι να σηκώσουμε το χοντρό που τη μέρα δε μας βιάζει, μπορούμε να ασχοληθούμε με όποια άλλη τεχνική επιθυμούμε καθώς βρισκόμαστε ήδη στη θάλασσα και μάλιστα την καλή ώρα. Άλλωστε όπως προαναφέραμε, τα φρεσκοπιασμένα ψάρια του ψιλού όπως μελανούρια, λυθρίνια, σκαθαράκια, λουτσάκια κτλ που θα τα ξαγκιστρώσουμε με προσοχή και θα τα φυλάξουμε σε δοχείο δύναται να γίνουν άμεσα, το ζωντανό, δόλωμα άλλης τεχνικής. Τα δολώματα του ψιλού, τσουτσούνια, καραβιδάκια, φιλέτα θαλασσινών, μπορούν να φέρουν κάθε είδους αλίευμα στο πανέρι μας. Ειδικά από τα μέσα της εποχής ακόμη και καλαμάρια και χταπόδια θα κολλήσουν στα πιασμένα ψαράκια μας. Όπως και να έχει ακόμη και η αναμονή, για το χοντρό της μέρας, λειτουργεί προς όφελος μας. Τα ενισχυμένα, εννιάρια αγκίστρια του βρίσκονται στο μέσο μέγεθος των υλικών, για αρμάτωμα χονδρού.

Όμως μπορούν εύκολα να καταπωθούν από ωραίους χάνους που με την σειρά τους θα δώσουν συναγρίδα ή ροφό, αλλά και να αντέξουν τα κεφάλια μιας σφυρίδας που την προκάλεσαν, τα μικρά μουγκριά, συνήθεις επισκέπτες, στα ψαροδόλια και στα κομμάτια από κεφαλόποδα. Αυτά ως δολώματα για χονδροπαράγαδο είναι τα πιο οικονομικά, πρακτικά, και εύκολα στην ανεύρεση και διαχείριση για το συνδυαστικό, ψάρεμα μας. Συγκεκριμένα, φρέσκιες, σαρδέλες, φρίσσες τεμαχισμένες ή ολόκληρες, ντόπια, φιλέτα σουπιάς και κομμάτια από ζεματισμένο χταπόδι. Για τα ψαροδόλια υπολογίστε 2 έως 2,5 κιλά για κάθε 70 αγκίστρια.

Ψαρότοποι

Βολικό, για εμάς, είναι οι ψαρότοποι των παραγαδιών μας να μην απέχουν πολύ μεταξύ τους. Συνήθως προτιμούμε, καταρχάς ερημονήσια. Εκεί στα ρηχά αλλά και περιμετρικά στα κάθετα νερά τους, φιλοξενούν τα άσπρα (σαργούς, μελανούρια, σκαθάρια κτλ) του ψιλού, αλλά και στις βαθύτερες αποχές και υποβρύχιες γλώσσες των κάβων τους, μαύρα (τα λημέρια της στήρας) και εποχιακά (συναγρίδες), πελαγίσια (κυνηγοί, λίτσες ). Αν επικρατεί έντονο φεγγάρι, περιορισμός υπάρχει μόνο στο ψιλό καθώς θα πρέπει για καλύτερο αποτέλεσμα, να πάμε βαθύτερα, περίπου στα 30 έως 50 μέτρα. Οπότε η μάνα του ψιλοπαράγαδου, για να μας καλύπτει σε όλες τις επιλογές βάθους, καλύτερα να μην είναι λεπτότερη σε διάμετρο από 0,70 mm, τα παράμαλλα κλασσικά 0,35- 0, 40 mm και αγκίστρια που διαλέγουν και συγκρατούν επαρκώς τα ψάρια και παρουσιάζουν σωστά τα δολώματα, προτείνουμε τα δεκατεσσάρια (νο 14 παραγαδίσια ).

Τα καλάρουμε, συνήθως σε τραγάνες, τροκάδες, αμμολάσπες με πλάκες, οπότε θα έχουμε λιγότερους σαργούς αλλά πλέον στοχεύουμε και σε λυθρίνια, μικρά φαγκριά, τσιπούρες κτλ. Παρόμοιοι βαθύτεροι ψαρότοποι, αλλά και πάγκοι όπως και βαθιές υποθαλάσσιες ξέρες θα γίνουν πεδίο δράσης και για το χονδρό, αρκεί να μην είναι απομακρυσμένοι, για πρακτικούς λόγους από τον τόπο του ψιλού, κυρίως σε βραδινό ψάρεμα. Εκεί εκτός των άλλων συναντάμε, σφυρίδες, φαγκριά, μεγάλα σκαθάρια κτλ. Στο χονδρό παραγάδι, απαραίτητα είναι τα καλαδούρια ανά 40 -50 αγκίστρια. Στον γρήγορο εντοπισμό τους, τη νύχτα, εκτός από το gps, ειδικά εάν επικρατούν ρέματα, σημαντικό βοήθημα, αποτελούν οι σπίθες. Φυσικά και εμείς κινούμαστε εκεί κοντά, ειδάλλως μπορεί να προλάβουν να τα εντοπίσουν “άλλοι”.

Επίσης οι παραγαδιάρηδες του χονδρού, ειδικά οι άπειροι στην τεχνική, καλύτερα να μην υπερβάλουν, ως προς το βάθος, αυτή την εποχή και να επιλέγουν νερά από 40 έως 80 μέτρα περίπου. Αν ακολουθήσετε τα παραπάνω εκτός από την αλιευτική μετάβαση στο επόμενο επίπεδο, αργά ή γρήγορα η έκπληξη θα έρθει. Αυτή θα είναι μεγαλύτερη για τους δικούς σας, τους φίλους και τους γνωστούς, όταν στο ψυγείο σας, αντί για τα συνήθη, θα δουν να το γεμίζει και ένα ωραίο, μεγάλο ψάρι.

ΚατηγορίαΤΕΧΝΙΚΗ
Print
Back To Top