Οι ψαράδες γνωρίζουν ότι το ψάρεμα με παραγάδι απαιτεί φροντίδα αλλά δίνει ψάρια ακόμα και σε δύσκολους, πιεσμένους αλιευτικά, τόπους. Η εξέλιξη των τεχνικών, του εξοπλισμού τους και γενικά των παρελκόμενων, μοιάζουν με ευχάριστα παιχνίδια που μετατρέπουν την ενασχόληση μας σε ωραίο, εξαίσιο και ενθουσιώδες, σπορ.
Φυσικά όταν έρχονται με αυτές και ωραία ψάρια, η συγκίνηση μεγαλώνει, πόσο μάλλον που εμείς οι ψαράδες θέλουμε να δοκιμάζουμε και να καινοτομούμε. Έτσι από άρτια εξοπλισμένους και καταρτισμένους πρωτοπόρους, δεν γίνεται να μην δοκιμάσουμε τις νέες προτάσεις που μας παρουσιάζουν με σωστό τρόπο, που αφορούν καινούργιες τεχνικές. Απαιτείται χρόνος και χρήμα αλλά πολλοί ερασιτέχνες, καταφέρνουν να υιοθετήσουν επιτυχώς τις περισσότερες. Πλέον όμως σε τέτοιο βαθμό που συχνά θα βρεθούν σε σύγχυση την καλή την ώρα και με ιδανικές συνθήκες, για το πως να πρωτοψαρέψουν. Δεν έχουν όλοι όπως οι επαγγελματίες και οι ντόπιοι ευκαιρίες για να βρίσκονται πολύ συχνά στο νερό και να ψαρεύουν με ποικίλες μεθόδους.
Παραδόξως πολλοί από τους τυχερούς, ειδικά οι επαγγελματίες, αν και έχουν χρόνο για να πηγαίνουν στη θάλασσα, επιλέγουν να ψαρεύουν με παραδοσιακές τεχνικές και προπάντων με παραγάδι. Γιατί άραγε όταν στις μέρες μας, οι πάντες έχουν ενημέρωση για κάθε τι νέο; Με μια πιο προσεκτική ματιά θα καταλάβουμε. Τα ψάρια συχνότερα βγαίνουν σε μακρινά νησιά, στα σύνορα της επικράτειας ακόμη και έξω από αυτήν, σε απομακρυσμένους ψαρότοπους σε απρόσιτες περιοχές που μαστίζονται τις περισσότερες μέρες του χρόνου από κακοκαιρίες, με επιλεγμένες για την κάθε εποχή, εξειδικευμένες τεχνικές, με εξοπλισμό άριστο και αμέριστη επένδυση, πόρων αλλά κυρίως χρόνου. Άλλωστε όταν τα ψάρια θα τσιμπήσουν, ο ψαράς θα τα πιάσει με την τεχνική που εξασκεί περισσότερο. Μπράβο τους καθώς για το χόμπι τους κάποιοι άλλοι «σπόρτσμεν», ταξιδεύουν εκαντοντάδες χιλιόμετρα πχ σέρφερ, ορειβάτες, οδηγοί αγώνων κτλ.
Οι απλοί ψαράδες όμως, ντόπιοι και επαγγελματίες, αλλά και οι πλειοψηφία των ερασιτεχνών που μας αφορά, επιθυμούν εκτός από την σποραδική συγκίνηση να φέρνουν σπίτι αξιόλογη ψαριά με κάποια ελεγχόμενη ας πούμε συνέπεια. Έτσι ώστε, οι αστάθμητοι παράγοντες, των συνθηκών, της τύχης, της φύσης και της διάθεσης των ψαριών να μην επηρεάζουν απόλυτα την ψαριά τους. Πόσο μάλλον όταν οι περισσότερες τεχνικές κατά κοινή ομολογία όσων τις προτείνουν, απαιτούν, επένδυση σε χρόνο, κόπο και εξοπλισμό, στοιχεία που στις μέρες μας έχουν αξιόλογο κόστος. Επίσης πολλοί ψαράδες προτιμούν συγκεκριμένους ψαρότοπους, λόγω μόνιμου αγκυροβολίου και ελλιμενισμού του σκάφους (επαγγελματίες, ντόπιοι), λόγω ύπαρξης κάποιου εξοχικού, ευκολίας προορισμού από την βάση τους κτλ.
Το παραγάδι σαν λύση
Το ψάρεμα με παραγάδι, ειδικά το ψιλό και μέτζο, προτιμάται λοιπόν καθώς δίνει συχνότερα ψάρια, με τήρηση απλών φυσικών κανόνων, σε περιοχές που πιέζονται αλιευτικά, σε σχέση με άλλες αποδοτικές κατά περίπτωση αλλά καθόλα απαιτητικές, τεχνικές. Είναι γεγονός πως τα ψιλά παραγάδια θα ψαρέψουν με αξιώσεις στο εξωτερικό λιμανιών, σε παραλίες που τις μέρες καλοκαιρίας, παίζουν οι κολυμβητές, στις ξερούλες και τον κάβο του κοντινού ξερονησιού, στην αποχή του όρμου, στα ρηχότερα, σημάδια που κάνουμε καθετή κτλ. Αυτό το πετυχαίνουμε χωρίς απαιτήσεις σε εξοπλισμό. Χρειάζεται μόνο δόλωμα και καλάρισμα, σούρουπο ή ξημέρωμα. Φυσικά και υπάρχουν κόλπα και μυστικά αλλά έρχονται με την εμπειρία και όχι με οικονομική συνδρομή και αντικατάσταση. Ακούμε συχνά, «αυτό το τεχνητό, το τάδε πλανάκι ή τεχνική, το μάθανε τα ψάρια, πάμε για άλλα». Στο διαχρονικό, παραγάδι επιλέγεις τις ώρες που τα ψάρια είναι δραστήρια και τους προσφέρεις εύκολο, καλό, μεζεδάκι. Αν περάσει ψάρι δικαιολογημένα, ελπίζεις. Διότι άλλο να μην έχει ψάρια και άλλο να μην τρώνε. Στο παραγάδι πλεονέκτημα είναι το γεγονός ότι όλη η προετοιμασία ακόμα και η δόλωση μπορούν να γίνουν στην βάση μας, στη στεριά. Έτσι επιλέγουμε, γεγονός που δίνει αίσθηση ελέγχου και σιγουριάς, το πότε θα μπούμε στο σκάφος και να είμαστε έτοιμοι, για ψάρεμα. Εκεί στον ψαρότοπο το καλάρισμα, διαρκεί ανάλογα τις συνθήκες και την ευχέρεια μας από 15 έως 40 λεπτά.
Η αναμονή κυμαίνεται στα ψιλά από 30 λεπτά έως λίγο παραπάνω από μία ώρα, απ’ την στιγμή που καλάραμε το τελευταίο αγκίστρι. Οπότε έχουμε δυνατότητα να επιστρέψουμε στην ακτή σε περίπτωση που οι συνθήκες δεν είναι αρκούντως κατάλληλες. Επειδή τα σκάφη της τεχνικής είναι μικρά φουσκωτά ή απλές βάρκες, λιτά εξοπλισμένα, τόσο που και το βυθόμετρο να είναι προαιρετικό, οι εξορμήσεις είναι πράγματι καταδρομικές. Ότι δεν υπάρχει δε χαλάει. Φυσικά και πιο μεγάλα, ποιοτικά σκάφη ταιριάζουν. Ανώτερη όμως ευελιξία και ανεμελιά σου δίνει το φουσκωτάκι που κοστίζει λιγότερο από ένα καλό καλάμι, είναι όμως ιδανικό όταν ψαρεύεις από 1 έως 15 μέτρα με σκοτάδι.
Πληροφοριακά με φεγγάρι ψαρεύουμε, με το ψιλό παραγάδι, βαθύτερα, έως το πολύ 40 μέτρα. Άλλωστε η καθέλκυση στο νερό, γίνεται πανεύκολα, δίπλα στον ψαρότοπο, οπότε ο χρόνος πορείας, η έκθεση σε συνθήκες, τα καύσιμα κτλ, ελαχιστοποιούνται. Δεν υπάρχει άγχος. Στο καλάρισμα (άπλωμα, ρίξιμο στο νερό του εργαλείου μας), λίγο χαλικάκι της ακτής, στην ανάγκη, θρύμματα πάγου βοηθούν να μην έχουμε μπερδέματα. Πάντως με ψιλόβροχο, ελαφρώς ταραγμένα νερά, φουσκοθαλασσιά, αεράκι κτλ, γενικά συνθήκες που αν έχουν διάρκεια, ενοχλούν τους ψαράδες, όλων των τεχνικών, η εγρήγορση για τους παραγαδιάριδες, διαρκεί όσο το καλάρισμα. Μετά μπορούν να παρακολουθούν ασφαλείς στην ακτή ή σε υπήνεμο κολπάκι, τα φαινόμενα που γενικά εντείνουν την δραστηριότητα, των ψαριών στα ρηχά. Σε αυτά τα νερά, δολώματα όπως σκουλήκια, μάνες, καραβιδάκια, σάρκα από όστρακα κτλ είναι τα συνήθη.
Η μάνα Νο 60-70mm με παράμαλλα Nο 33-38mm, δεμένα ανά 5 μέτρα περίπου, με καλαδουράκια για εντοπισμό του παραγαδιού ανά 40-50 αγκίστριαόχι πολύ μικρά, Nο 14 ή Nο 4-5. «Κάθεσαι και η τύχη σου δουλεύει», μια έκφραση που ταιριάζει στη αναμονή που απαιτείται μεταξύ του χρόνου που καλάραμε μέχρι να λεβάρουμε, για τα μέτζα (μεσαία ) παραγάδια. Με αυτά αξιοποιούμε και τον εξοπλισμό που λόγω μόδας ή ανάγκης διαθέτουμε (καλό σκάφος, εξελιγμένο βυθόμετρο κτλ ). Πλέον στους ψαρότοπους, συνήθως σε μέτρια βάθη, 25- 55 μέτρα, συχνές είναι οι φτωχές ψαριές σε άλλες τεχνικές καθώς παρατηρείται, το φαινόμενο παρουσίας ψαριών που αδιαφορούν για το δόλωμα μας. Έτσι μπορεί το μέτζο, εξ’ ορισμού, συνήθως να έχει παράμαλλα διαμέτρου 0,50 - 0,60mm εμείς όμως θα την μειώσουμε και άλλο, 0,42-0,50mm για πιο διακριτική παρουσίαση.
Όμως θα κρατήσουμε την μάνα στο σύνηθες πάχος 0,80- 0,90mm σε συνάρτηση με το βάθος και την αγριάδα και όποια εμπόδια του βυθού. Το κόλπο είναι στα αγκίστρια ώστε να δέχονται κάθε καλό σε πλούσια, ποσότητα δόλωμα. Επιλέγουμε No 13 εώς No 11 παραγαδίσια ή άλλα όπως κυκλικά, στραβά, όμως, οπωσδήποτε, ανθεκτικά. Σε αυτά επιθυμούμε το ψάρι να μην αγκιστρωθεί στο στομάχι, ώστε να προστατέψουμε το εκλεπτυσμένο παράμαλλο. Έτσι θα τα παρουσιάσουμε εύκολα με δολώματα δημοφιλή πχ μικρή σαρδέλα, φρέσκο καλαμάρι, κομμάτια από καθαρισμένη σουπιά και χταπόδι αλλά και τάκους από ψαροδόλια (φρίσσα ), από σάρκα και φιλέτα τονοειδών και σκομβροειδών, αθερίνες, πορφύρες, λασποκατσαρίδες, κουτσομούρες κλπ. Ανάλογα τα δολώματα και την περιοχή με τα συνήθη ψάρια της, προσαρμόζουμε μετά από κάποια ψαρέματα την δομή του εργαλείου μας. Παράδειγμα για μεγάλα λαβράκια στα ρηχά, 2-15 μέτρα, ταιριάζει λεπτότερη μάνα 0,70mm αλλά No 12 -11 αγκίστρια για να δέχονται πλούσιο δόλωμα και λεπτότερο παράμαλλο 0,42 - 0,45mm, για συναγρίδες όμως βαθύτερα ( 35-55 μέτρα ) επιλέγουμε παχύτερη μάνα, 0,80 - 0,90mm και 0,47- 0,52mm παράμαλλο.
Οι αποστάσεις μεταξύ των παράμαλλων είναι ανά 5 έως 7 μέτρα γενικά. Οπωσδήποτε και άλλα είδη και μάλιστα φιλύποπτα όπως τσιπούρες, μεγάλοι σαργοί αλλά και τσαούσια, φαγκριά, σκαθάρια, κυνηγοί, σκορπίνες, στηρούλες αποτελούν στόχο του εργαλείου μας. Φυσικά ξεχνάμε ροφούς, μαγιάτικα, μεγάλες σφυρίδες. Αυτά θα τα πιάσουμε στην διάρκεια της αναμονής για το λεβάρισμα, με τις άλλες τεχνικές, όπως jigging και σιλικόνες, αν το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες και η διάθεση μας, ειδικά βαθύτερα όπου οι πιθανότητες γίνονται καλύτερες. Άλλωστε τι τα κουβαλάμε τόσα πλανάκια, σιλικόνες, κεφαλές, καλάμια κτλ. Το καλό βυθόμετρο και στο μέτζο, υποδεικνύει το ανάγλυφο του βυθού ως ψαρότοπο, συχνά και τα ψάρια, όχι όμως και την διάθεση τους. Το πεταμένο, φαγώσιμο έρμαιο στο βυθό, θα προκαλεί ακόμη και αυγωμένα ή διστακτικά ψάρια, όσο διαρκεί η αναμονή.
Το χρονικό της διάστημα συμπίπτει και με την λειτουργική, ικανότητα προσέλκυσης των δολωμάτων μας. Καθώς εμείς έχουμε απομακρυνθεί, το εργαλείο μας ήσυχα κάνει την δουλειά του. Εκπομπές παλμών από το μάτι, παφλασμοί, ήχοι του σκάφους, μηχανές, σκιές έχουν εξαληφθεί. Στο σιωπηλό κόσμο του βυθού, ακόμα και οι μεγαλύτεροι άριστοι θηρευτές όπως οι καρχαρίες, προτιμούν την εύκολη φυσική τροφή. Σε αυτό στηρίζουμε την προσπάθεια μας. Το μέτζο ψαρεύει όλες τις ώρες. Η καλύτερη ώρα όμως για να καλάρουμε, για ποικίλους λόγους, είναι το χάραμα ενώ αποφεύγουμε τα βαθιά μεσάνυχτα. Στο ψάρεμα, για όλους τους παραγαδιάριδες η καλύτερη στιγμή είναι το μάζεμα, (λεβάρισμα) του εργαλείου μας. Στο ψιλό και το μέτζο απαραίτητα είναι το μαχαίρι ή το ψαλίδι και φυσικά η απόχη.
Στο ψιλό τα μικρότερα ψάρια τα ξαγκιστρώνουμε με προσοχή και τα επιστρέφουμε στο νερό, αν έχουν πιθανότητες επιβίωσης. Στο μέτζο βοηθούν τα πλαστικά προστατευτικά για τα δάκτυλα, κομμάτια σαμπρέλας ποδηλάτου, τα οποία κομμένα στο επιθυμητό μέγεθος, αποτελούν καλή λύση. Τα ψάρια του μέτζου συνήθως ποικίλουν σε μέγεθος από 300 γραμμάρια έως 4 κιλά. Φυσικά στηράκια, μισόκιλα, συναγριδάκια, τρακοσάρια, σαλάχια του κιλού κτλ τα επιστρέφουμε στη θάλασσα. Εκτός από τα εκλεκτά ψάρια, χταπόδια, σαλάχια, μουγκριά θα πιαστούν στα αγκίστρια μας. Κανονικά όλα έχουν θέση στο τραπέζι του μερακλή που θα τα διαχειριστεί τις μέρες απραγίας στη στεριά. Το παραγάδι με το ψάρεμα του θα δώσει το μεζέ του ερασιτέχνη παντού και πάντα. Φυσικά υπάρχει η δυνατότητα, πριν και κυρίως μετά από κακοκαιρία στην κατάλληλη εποχή αλλά και μετά από μακροχρόνια αποχή σε πιεσμένους ψαρότοπους για την εφαρμογή κάθε άλλης αγαπημένης τεχνικής.
Στο ψάρεμα άλλωστε η τακτική της υπομονής είναι εντέλει αυτή που αποδίδει.