Μάρκος Βιδάλης

Ο Μάρκος Βιδάλης είναι γεννημένος τον Μάιο του 1979 και κατάγεται από την Τήνο. Έχοντας μεγαλώσει με δυο παππούδες, έναν επαγγελματία ψαρά και ένα ερασιτέχνη, το ψάρεμα ήταν μονόδρομος για αυτόν από μικρή ηλικία. Ψαρεύει από μικρή ηλικία και αρθρογραφεί στο περιοδικό ΨΑΡΕΜΑ από το 1997. Έχει αγάπη κυρίως για τεχνικές που αφορούν τεχνητά δολώματα, τόσο από ακτή όσο και από βάρκα.

Έχει στο παρελθόν του συνεργαστεί με πολλές γνωστές εταιρείες κατασκευής τεχνητών δολωμάτων και ειδών αλιείας του εξωτερικού και κυρίως της Ιαπωνίας, έχοντας συμβάλει σημαντικά στην δημιουργία εξοπλισμού ψαρέματος. Σήμερα είναι Product Manager στην εταιρεία Savage Gear, όπου σχεδιάζει εξ ολοκλήρου, πρωτοποριακά τεχνητά ψαράκια και λοιπό αλιευτικό εξοπλισμό. 


Συρτή αφρού. Βάθος πλεύσης των Τεχνητών.

Του Μάρκου Βιδάλη

Συρτή αφρού. Βάθος πλεύσης των Τεχνητών.

Ακόμα θυμάμαι ένα μπάρμπα που με έπαιρνε μαζί πιτσιρίκο στην Τήνο για να σύρουμε, πότε πρωί για μελανούρια και πότε σούρουπο για λουτσάρια όπως τα έλεγε. Και καθώς σέρναμε, τον παρακολουθούσα και «σφουγγάριζα» ότι έκανε και ότι μισόλογα ξεστόμιζε μουρμουρώντας κάτω από τα παχιά γένια του.

Μέσα στα πολλά που αποκόμισα, ήταν και η νοοτροπία ότι βάζουμε sinking δηλαδή βυθιζόμενα ψαράκια για να ψαρεύουμε λέει πιο βαθιά. Κοίταγα τα γιοζούρια, ίδια κοψιά όλα τους, με μόνη διαφορά εκείνο το αγγλικό σίγμα να έχουν τα μεν και το φι τα άλλα μισά. Θεώρησα ότι κάνουν μεγάλη διαφορά αυτά τα γράμματα και ότι το ένα με το άλλο θα σέρνουν με μεγάλη διαφορά βάθους μεταξύ τους. Πόσο λάθος είχαμε και οι δύο…

Τι πραγματικά συμβαίνει;

Μια τέτοια σύγχυση έχει δημιουργηθεί και όσον αφορά τις «προσφωνήσεις» ίδιων τύπων τεχνητών με διαφορετικό βάρος και κατά συνέπεια πλεύση. Σε αυτό το θέμα θα χωρίσουμε και θα αναλύσουμε δύο κατηγορίες που προκαλούν μια αρκετά κοινή σύγχυση και συνήθως είναι υπεύθυνες για τον λάθος τρόπο να χρησιμοποιηθούν ή και να αποφευχθούν κάποια τεχνητά. Θα μιλήσουμε για τα τεχνητά και πιο συγκεκριμένα για τα βυθιζόμενα (S) και επιπλέοντα (F) και τα χαρακτηριστικά τους. Ο κοινός μύθος θέλει να πιστεύουν μερικοί ψαράδες ότι τα βυθιζόμενα μοντέλα είναι σε θέση να ψαρεύουν βαθύτερα και τα χρησιμοποιούν για αυτόν τον λόγο.

Για να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά, θα συζητήσουμε μοντέλα της ίδιας μάρκας σε διαφορετικούς τύπους (S) και (F). Δηλαδή έχουμε δυο ίδια ψαράκια εξωτερικά, μιας ίδιας μάρκας με διαφορά 2-3 γραμμαρίων, που αυτό αλλάζει την ιδιότητά τους στο να επιπλέει ή να βυθίζεται αργά. Πρέπει λοιπόν να καταστήσουμε σαφές ότι αυτές οι δύο «μορφές» του ίδιου μοντέλου, σε μια βυθιζόμενη και μια επιπλέουσα έκδοση, δεν έχουν μεγάλες διαφορές βάθους κατά την χρήση, και σίγουρα αυτό δεν σημαίνει ότι η πρώτη ψαρεύει κοντά στον πυθμένα και η δεύτερη κοντά στην επιφάνεια. Απολύτως τίποτα τέτοιο. Η αλήθεια είναι απλούστερη από αυτό. Το μοντέλο (F) στην επιφάνεια, επιπλέει και όταν αρχίζουμε την συρτή, κατεβαίνει σε βάθος π.χ. 1,30m.

Αν σταματήσουμε το σύρσιμο, το τεχνητό ανεβαίνει αργά στην επιφάνεια και περιμένει εκεί. Τώρα το μοντέλο (S) όταν πέσει στο νερό, θα αρχίσει να βυθίζεται μέχρι να αρχίσουμε την συρτή. Όταν το κάνουμε αυτό, θα ανέβει σχεδόν αμέσως και σχεδόν στην ίδια αναλογία βάθους με το μοντέλο (F). Για να είμαστε ακόμα πιο ακριβείς, το βυθιζόμενο μοντέλο θα ανέλθει στα 1,40 μ. κατά την ανάκτηση και αυτό θα σημαίνει μόνο 10 εκατοστά διαφορά σε βάθος, πάντα κατά το σύρσιμο. Τα δέκα εκατοστά είναι τυπικό παράδειγμα και δεν ισχύει για όλα τα τεχνητά.

Κύριες διαφορές μεταξύ των ίδιων μοντέλων τύπων (S) και (F) και λόγοι ύπαρξής τους.

Ο κύριος λόγο ύπαρξης των δύο τύπων έχει σχεδιαστεί για να καλύπτει τους παράκτιους ψαράδες στην τεχνική του spinning.Τα βυθιζόμενα μοντέλα έχουν συνήθως καλύτερη βολή! Η ικανότητα βολής είναι συχνά, αρκετά μεγαλύτερη από τα ίδια (F) μοντέλα. Ιδιαίτερα με πλαϊνό αέρα ή με κόντρα, έχουν πολύ καλύτερη συμπεριφορά σε βολή και χρήση. Αλλά αυτό το περισσότερο βάρος τους, τα επηρεάζει στην ανάκτηση. Για το λόγο αυτό, τα μοντέλα (S) πρέπει να χρησιμοποιούνται με υψηλότερη ταχύτητα ενώ τα μοντέλα (F) ανταποκρίνονται ακόμη και σε πάρα πολύ αργή ταχύτητα συρτής.

Και όλοι γνωρίζουμε ότι μερικές φορές κάποια είδη όπως οι λούτσοι, είναι πολύ ευαίσθητα σε dead slow (πολύ αργή κίνηση). Επιπλέον, οι τύποι (F) είναι πιο κατάλληλοι για πολύ ρηχά νερά, αφού εάν σταματήσουμε να μαζεύουμε, το τεχνητό μας έρχεται στην επιφάνεια και μπορούμε να το χειριστούμε με ακρίβεια για να αποφύγουμε τα εμπόδια. Ως συμπέρασμα τα βυθιζόμενα (S) τεχνητά δεν είναι για να ψαρεύουμε βυθό. Ίσως αν τους αφήσουμε να βυθιστούν αρκετά, θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να πιάσουμε ένα ψάρι στην πρώτη ανάδυση αλλά στην συνέχεια θα ερχόντουσαν στο φυσιολογικό ύψος δράσης.

Γενικά, μιλώντας με συνεχή κανονική ανάκτηση, τείνουν να κολυμπούν σχεδόν στο ίδιο επίπεδο που κάνουν τα επιπλέοντα ξαδέρφια τους (F). Αν τα βάλουμε όλα αυτά σε μια σειρά στο μυαλό μας, μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε ότι χρειαζόμαστε και τους δύο τύπους στα ψαρέματά μας, καθώς και ότι ο κάθε ένας τύπος εξυπηρετεί διαφορετικούς σκοπούς. Οπότε με βάση αυτά που μόλις διαβάσατε, θα μπορέσετε πλέον να είστε πιο αποτελεσματικοί στο ψάρεμά σας.

Πλεύση και βάθος τεχνητών με γλώσσα

Η γλώσσα του κάθε τεχνητού είναι και αυτή που του δίνει μοναδικά χαρακτηριστικά σε τέσσερεις διαστάσεις. Οι διάφορες γλώσσες, ανάλογα την κλίση, και την επιφάνεια τους, κάνουν ένα τεχνητό να κινείται πιο ανοιχτά, ή πιο κλειστά καθώς και σε διαφορετικό βάθος, από λίγα χιλιοστά μέχρι και αρκετά μέτρα κάτω από την επιφάνεια. Σε γενικότερες γραμμές, τεχνητά με κλειστή πλεύση, ή αλλιώς φυσική κίνηση, μιμούνται υγιέστατα ψαράκια που τρέχουν να σωθούν από τον άρπαγα που αντιλήφθηκαν. Τεχνητά με ανοιχτή πλεύση μιμούνται ψαράκια λαβωμένα που κολυμπάνε κακήν κακώς για να γλυτώσουν, καθώς αισθάνονται το τέλος να πλησιάζει.

Κάτι τέτοιο και πάλι αφηνιάζει τα αρπακτικά που θα επιτεθούν χωρίς έλεος. Το ύψος τώρα που πλέουν τα τεχνητά παίζει και αυτό τον ρόλο του. Τα τεχνητά που κολυμπάνε σύριζα με την επιφάνεια, είναι μια καλή επιλογή σε ρηχότερα νερά αλλά και σε βαθιά που έχουμε δει δραστηριότητα στην επιφάνεια. ψαράκια που κατεβαίνουν αρκετά είναι ιδανικά για να «ψάχνουν» καλύτερα τους τόπους και τα βαθύτερα στρώματα νερού. Όσον για την επιλογή τους ανάλογα τις συνθήκες, να ξέρετε ότι η επιλογή ανοικτής και κλειστής πλεύσης, είναι τυχαία και θα πρέπει να πειραματιστείτε για να δείτε ποια προτιμάνε την συγκεκριμένη στιγμή τα ψάρια. Το βάθος όμως είναι άλλη ιστορία. Με ήρεμη θάλασσα φυσικά και θα προτιμήσετε τόσο τεχνητά που σέρνουν τελείως επιφάνεια, αλλά και τεχνητά που κατεβαίνουν χαμηλότερα. Με βροχή ή (και) κυματισμό όμως, τα τεχνητά που κατεβαίνουν χαμηλότερα θα αποδώσουν καλύτερα, αφού με αυτές τις συνθήκες τα μικρόψαρα κατεβαίνουν βαθύτερα.

Τι να κάνουμε αν θέλουμε να κατεβούμε πιο χαμηλά;

Θα βάλουμε ψαράκια με μεγαλύτερη γλώσσα. Μια μεγάλη γλώσσα «σκάβει» περισσότερο το νερό και κατεβαίνει πολύ, χωρίς να έχει απαραίτητα μεγάλο βάρος. Έτσι αν έχει καιρό και το τεχνητό μας ξενερίζει, ένα αντίστοιχο τεχνητό με μεγάλη γλώσσα θα μένει εκεί που πρέπει. Ακόμα, σε πολύ λαδιά συνηθίζουν τα ψάρια να βαράνε πιο χαμηλά. Και σε αυτή την περίπτωση η μεγάλη γλώσσα θα μας καλύψει ικανοποιητικά.

Τι να κάνουμε αν θέλουμε να ψαρέψουμε λίγα χιλιοστά από την επιφάνεια;

Σε αυτή την ιδιαίτερη περίπτωση, ειδικά όταν πρόκειται για μελανούρια, μας καίει να βρούμε τρόπο να σέρνουμε μόλις λίγα χιλιοστά από την επιφάνεια. Τεχνητά χωρίς γλώσσα θα μας δώσουν την λύση. Σωστά ακούσατε, όμως όχι τα κλασσικά top water που είναι για να πλατσουρίζουν. Υπάρχει μια κατηγορία τεχνητών που λέγεται sinking pencils και είναι ψαράκια σε σχήμα φυσικού ψαριού ή αλλιώς όπως τα περισσότερα τεχνητά σας αλλά χωρίς γλώσσα. Αυτά είναι σχεδιασμένα για ψάρεμα από ακτή με spinning. Αν όμως τα σύρουμε πίσω από το σκάφος μας με 2.5 – 3 μίλια, τότε παραμένουν ακριβώς κάτω από την «πέτσα» της θάλασσας και πραγματοποιούν διακριτικούς ελιγμούς! Με αυτό τον τρόπο προσομοιάζουν αθερίνα που κόβει βόλτες στην επιφάνεια και δεν αφήνουν τα μελανούρια να το καλοσκεφτούν πολύ!

ΚατηγορίαΤΕΧΝΙΚΕΣ
Print
Back To Top