Αντώνης Λαγουραρέλλης


Ψαροσύνη - Η πρώτη επαφή με το ψάρεμα

Του Χρήστου Γιαννέλη

Ψαροσύνη - Η πρώτη επαφή με το ψάρεμα

Είναι πλέον γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια το ψάρεμα από το σκάφος κερδίζει ολοένα και περισσότερους οπαδούς στη χώρα μας. Δεν είναι λίγοι δε και οι φίλοι που μέχρι τώρα ασχολιόντουσαν μόνο με το υποβρύχιο ψάρεμα, αλλά αποφάσισαν να μάθουν και να γνωρίσουν και άλλες τεχνικές ψαρέματος. Ανάμεσα σε αυτούς και εγώ.

Μετά λοιπόν από είκοσι και πλέον χρόνια φανατικής ασχολίας με το υποβρύχιο κυνήγι και μετά από την προτροπή ενός φίλου, επίσης ψαροντουφεκά, ξεκίνησα δειλά δειλά να γνωρίσω τον κόσμο του ψαρέματος με καλάμι. Οι λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν κάποιον σε αυτή την απόφαση είναι πολλοί. Όπως ξέρουμε το υποβρύχιο ψάρεμα για να έχει κάποιος αξιώσεις από αυτό, απαιτεί πολύ καλή φυσική κατάσταση και άριστη σωματική και ψυχική υγεία. Μπορεί λοιπόν κάποιος να παρουσίασε κάποιο πρόβλημα υγείας που δεν του επιτρέπει πλέον να βουτάει όπως ήθελε. Μπορεί ο ολοένα αυξανόμενος βαθμός δυσκολίας που έχει αυτό το είδος ψαρέματος, να έκανε κάποιον να κουραστεί ή μπορεί πολύ απλά κάποιος να μεγάλωσε και να μην έχει τις αντοχές που απαιτούνται και αποφάσισε να ασχοληθεί με κάτι πιο… χαλαρό.

Πολλοί είναι και αυτοί επίσης που ψαρεύουν και με τους δυο τρόπους παράλληλα. Όπως ακριβώς κάνω και εγώ. Γιατί κακά τα ψέματα το υποβρύχιο ψάρεμα είναι αρρώστια και δεν μπορείς να το κόψεις έτσι εύκολα. Όσοι φίλοι που διαβάζουν αυτό το άρθρο έχουν ασχοληθεί κάποια στιγμή στη ζωή τους σοβαρά με αυτό καταλαβαίνουν απόλυτα τι εννοώ. Τι είναι λοιπόν αυτό που πρέπει να προσέξουμε στην πρώτη μας επαφή με αυτό το είδος ψαρέματος για να έχουμε επιτυχία και να μην απογοητευτούμε γρήγορα; Πρώτα από όλα το πιο σημαντικό είναι να αποφασίσουμε, να έχουμε κατασταλάξει δηλαδή με τι ακριβώς θέλουμε να ασχοληθούμε. Τι εννοώ. Το ψάρεμα επιφανείας όπως μου αρέσει να το λέω εγώ χωρίζεται σε πολλά κομμάτια. Έχει δηλαδή πολλές τεχνικές οι οποίες αν και μοιάζουν μεταξύ τους, έχουν σημαντικές διαφορές.

Διαφορές που αφορούν από τον εξοπλισμό μέχρι και το πώς και που θα ψάξουμε να βρούμε τα ψάρια - στόχους ή αν δεν χρειάζεται να βρούμε ψάρια αλλά τόπους και περάσματα. Και φυσικά όταν τα βρούμε πως θα τα ψαρέψουμε. Είναι σημαντικό λοιπόν να ξέρουμε με ποια ή με ποιες τεχνικές θέλουμε να ψαρέψουμε και να πάρουμε όσες πληροφορίες μπορούμε για αυτές. Το καλύτερο από όλα είναι να έχουμε έναν γνωστό ή ένα φίλο που γνωρίζει καλά και να είναι πρόθυμος να μας βοηθήσει με διάφορες συμβουλές και μικρά μυστικά που αφορούν την τεχνική που έχουμε επιλέξει. Έτσι και θα έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για αυτό που θέλουμε να κάνουμε, οπότε και θα μπορούμε να αποφασίσουμε πιο εύκολα αν είναι κάτι που μας φαίνεται ενδιαφέρον και μας ευχαριστεί, αλλά και θα αποφύγουμε να ξοδέψουμε άδικα χρήματα σε εξοπλισμό που στο τέλος θα αποδειχθεί ότι δεν μας κάνει και ίσως μας απογοητεύσει και μας οδηγήσει στην απόφαση να τα παρατήσουμε. Βέβαια ο κάθε ψαράς μέσα από την εμπειρία του έχει πλέον διαμορφώσει τον δικό του τρόπο που ψαρεύει, οπότε ίσως πάρετε και διαφορετικές απόψεις που αφορούν τα ίδια θέματα αν ρωτήσετε παραπάνω από έναν. Σε γενικές γραμμές όμως ισχύουν τα ίδια βασικά πράγματα. Από εκεί και πέρα με τον καιρό θα βρείτε και εσείς τι σας δουλεύει και πως σας δουλεύει στους τόπους σας και θα αναπτύξετε με τη σειρά σας τον δικό σας τρόπο ψαρέματος. Η αμέσως καλύτερη λύση είναι να βρούμε άρθρα που επεξηγούν τις συγκεκριμένες τεχνικές ή να παρακολουθήσουμε κάποια από τα πολλά βίντεο που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο.

Αναζητώντας τα ψάρια

Ένα άλλο κομμάτι επίσης πολύ σημαντικό είναι ο τρόπος ο οποίος θα ψάξουμε να βρούμε τα ψάρια. Θεωρώ φυσικά δεδομένο ότι το σκάφος μας είναι εξοπλισμένο με το κατάλληλο βυθόμετρο και αισθητήρα που ανταποκρίνεται στις ανάγκες της τεχνικής που έχουμε επιλέξει να ασχοληθούμε. Είναι και αυτό κάτι που πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα έτσι ώστε να αποφύγουμε να κάνουμε λάθος επιλογή και να ξοδέψουμε τσάμπα χρήματα. Άρα αν δεν διαθέτουμε βυθόμετρο θα πρέπει να το επιλέξουμε κατά κύριο λόγο με βάση την τεχνική και τον τόπο που θα ψαρεύουμε. Αν δηλαδή έχουμε αποφασίσει να κάνουμε σιλικόνες για μαύρα ψάρια και τίποτα άλλο, αυτό σημαίνει ότι τα ψαρέματά μας δεν θα ξεπερνάνε συνήθως το βάθος των 60-70 μέτρων. Οπότε και δεν χρειάζεται να επενδύσουμε σε κάποιον πολύ ακριβό αισθητήρα που είναι για πολύ βαθειά νερά.

Αν πάλι θέλουμε να ψαρέψουμε για παράδειγμα με slow για φαγκριά και ξέρουμε ότι οι τόποι που τα «κρατάνε» στο μέρος που ψαρεύουμε είναι αρκετά έως πολύ βαθειά, τότε θα πρέπει να προσανατολιστούμε σε έναν αισθητήρα πιο δυνατό που είναι ικανός να μας ξεχωρίσει τα ψάρια - στόχους σε μεγάλα βάθη. Θα χρειαστεί βέβαια πολλές ώρες πάνω στο όργανο και αρκετή παρατήρηση έτσι ώστε να μάθουμε να το «διαβάζουμε» και να καταλαβαίνουμε τι μας δείχνει και αν αυτό που βλέπουμε είναι κάτι που αξίζει να ασχοληθούμε ή όχι. Φυσικά αυτό θα έρθει με τον καιρό. Αλλά με την συνεχή τριβή θα μπορέσουμε να φτάσουμε στο σημείο που πλέον θα ξεχωρίζουμε το είδος, αλλά και το μέγεθος των ψαριών που βλέπουμε στην οθόνη μας, πάντα βέβαια με μια σχετική απόκλιση, γιατί αν δεν ανέβει το ψάρι στο σκάφος ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε εκατό τις εκατό σίγουροι. Στην περίπτωση που διαθέτουμε ήδη βυθόμετρο και έχουμε μάθει να το χρησιμοποιούμε επειδή κάνουμε ήδη κάποιο άλλο είδος ψαρέματος, θα πρέπει σύμφωνα με τα όσα αναφέραμε πιο πάνω να κρίνουμε αν το σετ που έχουμε μας καλύπτει στην νέα μας ασχολία, έτσι ώστε να κάνουμε τις απαραίτητες αλλαγές αν και εφόσον χρειάζεται, αλλά και να φροντίσουμε να διαμορφώσουμε τον τρόπο που θα ψάξουμε να βρούμε τα ψάρια.

Εκκίνηση από… τα μισά της διαδρομής

Ειδικά όσον αφορά τους ψαροντουφεκάδες σαν και εμένα, θα τους πω ότι δεν ξεκινάνε από το μηδέν λόγω του ότι έχουν μια προηγούμενη εμπειρία επάνω στο βυθόμετρο αλλά και στα ψάρια, έχουν δηλαδή μια «ζωντανή» εικόνα του βυθού και γνωρίζουν τις συμπεριφορές των ψαριών. Αυτό θα τους επιτρέψει να κατανοήσουν πιο γρήγορα τις πληροφορίες που τους δίνει το βυθόμετρο τους και να τις αποκωδικοποιήσουν. Πρέπει όμως να αλλάξουν άρδην τον τρόπο τον οποίο θα χρησιμοποιήσουν για να βρουν τα ψάρια. Θα πρέπει με λίγα λόγια να μην σκέφτονται σαν ψαροντουφεκάδες. Αυτό το λάθος έκανα και εγώ όταν πρωτοξεκίνησα να ψαρεύω από το σκάφος. Έπιασα δηλαδή να ψάχνω με το βυθόμετρο τις αποχές και τα κομμάτια κοντά στην ακτογραμμή σε επιχειρησιακό βάθος. Σε βάθος δηλαδή που θα βούταγα αν έκανα ψαροντούφεκο.

Φυσικά όπως καταλαβαίνετε δεν είχα καμία επιτυχία και δεν είδα ούτε μία αψίδα όσο καιρό εφάρμοζα τον συγκεκριμένο τρόπο στο ψάξιμο των ψαριών. Όταν ψαρεύουμε από το σκάφος λοιπόν, θα ψάξουμε στα βαθειά. Θα ψάξουμε σε «νέτους» τόπους για να βρούμε ξεκομμένα κομμάτια. Θα ψάξουμε μεσοπέλαγα μακριά από την ακτογραμμή. Θα βάλουμε κάτω τον χάρτη και θα ψάξουμε όπου έχει ξέρες στα πεσίματα αυτών. Θα ψάξουμε σε βαθειά ναυάγια. Θα ψάξουμε πέρα από τις αποχές για να βρούμε χαμηλές πλάκες και τραγάνες μέσα στην απέραντη αμμουδιά. Θα ξοδέψουμε πολλές ώρες στη θάλασσα, αλλά όταν θα βρούμε τα μέρη με τα ψάρια η ικανοποίηση θα είναι μεγάλη.

Καταλήγοντας

Η πρώτη επαφή με αυτό το ψάρεμα για κάποιον που δεν έχει ασχοληθεί ποτέ είναι ίσως η σημαντικότερη. Είναι ίσως αυτή που θα κρίνει αν θα συνεχίσει να το κάνει ή όχι. Η αλήθεια είναι ότι θέλει υπομονή. Πολύ υπομονή. Και θέλει να είσαι προετοιμασμένος ότι στην αρχή θα δυσκολευτείς. Μπορεί πάλι και όχι αν είσαι τυχερός. Η σωστή πληροφόρηση και ο κατάλληλος εξοπλισμός είναι βασικά πράγματα που πρέπει να διαθέτεις όταν ξεκινάς καθώς είναι δυο παράγοντες που μπορούν να κάνουν τα εύκολα δύσκολα και το αντίθετο. Καλές βόλτες σε όλους με τα καλάμια πάντα λυγισμένα.

ΚατηγορίαΨΑΡΟΣΥΝΗ
Print
Back To Top